Πώς να φτιάξεις έναν κήπο
Συνέντευξη της Έλενας Πάρπα στον Χριστόφορο Μαρίνο
⁰¹ Άποψη της έκθεσης Πως να φτιάξεις έναν κήπο, Φυτώριο Εικαστικής Καλλιέργειας, Δημοτικός Κήπος Λευκωσίας. Στο προσκήνιο, το έργο της Μαρίας Λοϊζίδου Architectones, 2008–12. Φωτογραφία: Χρήστος Χατζηχρήστου.
⁰² Εξωτερική άποψη της έκθεσης Πως να φτιάξεις έναν κήπο, όπου διακρίνεται το έργο του Παναγιώτη Μιχαήλ, Anything But You, 2012. Φωτογραφία: Χρήστος Χατζηχρήστου.
⁰³ Στο προσκήνιο, έργο του Πόλυ Πεσλίκα Andrei Catalin, 2011–12, και στο βάθος η σειρά φωτογραφιών του Αλέξανδρου Πισσούριου This Is Where It Happened, 2012. Φωτογραφία: Χρήστος Χατζηχρήστου.
⁰⁴ Φάνος Κυριάκου, Άτιτλο, 2010–11. Φωτογραφία: Χρήστος Χατζηχρήστου.
⁰⁵ Εξωτερική άποψη της έκθεσης Πως να φτιάξεις έναν κήπο, όπου διακρίνεται το έργο της Μαρίας Λοϊζίδου Architectones, 2008–12. Φωτογραφία: Χρήστος Χατζηχρήστου.
⁰⁶ Χάρις Επαμεινώνδα & Daniel Gustav Cramer, The Infinite Library Book #1–15, 2009. Φωτογραφία: Χρήστος Χατζηχρήστου.
⁰⁷ Γενική άποψη της έκθεσης Πως να φτιάξεις έναν κήπο. Στο προσκήνιο, το έργο του Σωκράτη Σωκράτους Κλοπιμαία, 2011–12. Φωτογραφία: Χρήστος Χατζηχρήστου.
Χριστόφορος Μαρίνος: Ένας από τους λόγους που μου κίνησε το ενδιαφέρον η έκθεση Πώς να φτιάξεις έναν κήπο ήταν ότι σημείο αναφοράς σου υπήρξε ένα κτίσμα του αρχιτέκτονα Νεοπτόλεμου Μιχαηλίδη, 1920–93, συγκεκριμένα το παλιό φυτώριο του Δημοτικού Κήπου Λευκωσίας. Συμπτωματικά την ίδια περίοδο ετοίμαζα μια έκθεση (Μαγικός κύκλος) η οποία αναμόχλευε την ιστορία της κατοικίας-ατελιέ που σχεδίασε ο Αριστομένης Προβελέγγιος, 1914–99, για τη γλύπτρια Ιωάννα Σπητέρη. Στη δική σου περίπτωση, ποιες ήταν οι ιδιαιτερότητες της επιμέλειας; Tι σε παρακίνησε να ασχοληθείς με την έννοια του κήπου; Ήταν το έργο του Μιχαηλίδη, το οποίο ξαναήρθε πρόσφατα στην επικαιρότητα, [i] ή μια κοινή θεματική που είχες εντοπίσει στο έργο ορισμένων Κυπρίων καλλιτεχνών;
Έλενα Πάρπα: Όταν ξεκίνησα να δουλεύω για τη συγκεκριμένη έκθεση, είχε διαφανεί εξαρχής πως η ιδέα δεν θα μπορούσε παρά να καθοριστεί, σε μεγάλο βαθμό, απ’ τις χωρικές ιδιότητες του κτίσματος που θα τη φιλοξενούσε. Αφενός επειδή θα ήταν η πρώτη έκθεση με την οποία ο EI.KA. (Εικαστικοί Καλλιτέχνες Κύπρου) θα εγκαινίαζε εκεί τον κύκλο δραστηριοτήτων του, [ii] κι αφετέρου το ίδιο το κτίσμα, όπως επίσης και ο Δημοτικός Κήπος Λευκωσίας, έφεραν την υπογραφή του Νεοπτόλεμου Μιχαηλίδη, ο οποίος θεωρείται σε κυπριακό έδαφος κορυφαίος εκπρόσωπος της μοντέρνας αρχιτεκτονικής. Εντούτοις, εάν εξαιρέσουμε την πρόσφατη βιογραφία του στην οποία αναφέρεσαι, το έργο του για διάφορους λόγους, ελάχιστα έχει μελετηθεί. Το πρώτο σκέλος του θεωρητικού πλαισίου της έκθεσης, λοιπόν, είχε στόχο την καταγραφή της ιστορίας του Δημοτικού Κήπου Λευκωσίας — ένα απ’ τα λιγοστά δημόσια έργα του Μιχαηλίδη — σε μια προσπάθεια να κατανοηθεί καλύτερα τόσο ο αρχιτέκτονας και οι προθέσεις του σε σχέση με την τοποτέχνηση του κήπου, όσο και ο τρόπος τελικά που ένα τοπίο, τεχνητό σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να συγκρατήσει (ή όχι) τις ποικίλες στρώσεις του παρελθόντος του, και να λειτουργήσει για τον λόγο αυτό ως εφαλτήριο για αναστοχασμό βαθύτερων εννοιών. Πιο συγκεκριμένα, όπως προέκυψε απ’ τη σχετική έρευνα σε πηγές και αρχεία, ο Μιχαηλίδης δεν ήταν ο πρώτος που σχεδίασε τον Κήπο. Το 1902, επί Αγγλοκρατίας, είχε αγοραστεί ένα τεμάχιο γης, το οποίο, με την καθοδήγηση του Παναγιώτη Γεννάδιου, [iii] μετατράπηκε σταδιακά σε κήπο αφιερωμένο στη μνήμη της βασίλισσας Βικτωρίας. Ο Μιχαηλίδης ανέλαβε να τον επανασχεδιάσει τη δεκαετία του ’60, όταν είχε ήδη πέσει σε αχρηστία. Στο αρχείο του Δήμου Λευκωσίας υπάρχει σήμερα μια τρισέλιδη έκθεση υπογεγραμμένη από τον ίδιο, στην οποία καταγράφει λεπτομερώς το όραμά του για ένα «ελεύθερο, μη γεωμετρικό Κήπο», την πρόθεση να χρησιμοποιήσει (για ένα μεγάλο κομμάτι του) «φυτά που αυτοφύονται […] στον τόπον», όπως επίσης και τις αρχιτεκτονικές του εισηγήσεις, ανάμεσα στις οποίες και το θερμοκήπιο για εξωτικά φυτά. [iv] Σ’ αυτήν την έκθεση υπήρχε για μένα η εξής ελκυστική διαπίστωση: ο αρχιτέκτονας θεώρησε σκόπιμο τον διαχωρισμό των φυτών σε ενδημικά και ξένα. Περιόριζε, απ’ τη μια, το «εξωτικό», το «άλλο», σ’ ένα κτίσμα στο βάθος του κήπου κι από την άλλη χάρασσε ένα τοπίο «ελεύθερο και μη γεωμετρικό» με γηγενή κυρίως φυτά. Αυτή η κίνηση, αν και αποτελεί συνήθη πρακτική στην τοποτέχνηση κήπων, θα μπορούσε να κατανοηθεί ως χειρονομία επανεδιεκδίκησης του τοπίου απ’ το αποικιοκρατικό του παρελθόν. Ο Μιχαηλίδης, άλλωστε, ανέλαβε τον επανασχεδιασμό του λίγα χρόνια μετά την Ανεξαρτησία, σε μια περίοδο κατά την οποία η μοντέρνα αρχιτεκτονική αποτελούσε, ανάμεσα σε άλλα, κι εργαλείο στη διαδικασία εκμοντερνισμού και απο-αποικιοποίησης της χώρας. Υπό αυτό το πρίσμα, έχει τη σημασία του το ότι ο κήπος της Βικτωρίας επανασχεδιάστηκε ως κήπος με «κυπριακά φυτά». Θεώρησα επίσης ότι ως πράξη πρόσφερε μια ενδιαφέρουσα διάσταση στην έννοια κήπος — έννοια που τροφοδοτούσε το δεύτερο σκέλος της θεωρητικής μου προσέγγισης. Ειδωμένος μέσα από την πρακτική του Μιχαηλίδη (και όχι μόνο), ο Κήπος δεν αποτελεί μόνο καταφύγιο, ειδυλλιακή τοποθεσία ή ξανακερδισμένη Εδέμ στην καρδιά της πόλης, αλλά και πράξη με προεκτάσεις ενδεχομένως κοινωνικοπολιτικές. Η έκθεση Πώς να φτιάξεις έναν κήπο απευθυνόταν σ’ αυτά τα ζητήματα μέσα από επιλογές έργων και καλλιτεχνών που πραγματεύονταν παρεμφερή θέματα, έχοντας σαν αφετηρία αυτό το «πώς να φτιάξεις έναν κήπο» του Νεοπτόλεμου Μιχαηλίδη, το οποίο συχνά γινόταν «τι» και «ποιος» έχει θέση σ’ έναν κήπο. Κι αυτό αποτελούσε το τρίτο σκέλος του θεωρητικού πλαισίου της έκθεσης, η οποία δεν είχε την πρόθεση μιας επισκόπησης σε σχέση με το ποιοι Κύπριοι καλλιτέχνες ασχολήθηκαν κατά καιρούς με την έννοια κήπος, αλλά με το πως η εικαστική έρευνα μπορεί να διασταυρωθεί και να συνομιλήσει με έναν χώρο, όπου η ιστορία διαστρωματώνεται ποικιλοτρόπως. Δυστυχώς, δεν είχα την ευκαιρία να δω τον Μαγικό Κύκλο, οπότε δεν ξέρω πως εσύ έλυσες επιμελητικά το συγκεκριμένο ζήτημα, αλλά για μένα αποτελεί ακόμα θέμα ανοιχτό προς συζήτηση.
ΧΜ: Στην ιστορία της τέχνης, μοντέρνας και σύγχρονης, η έννοια κήπος έχει μια ξεχωριστή θέση, και συχνά ταυτίζεται με την καλλιτεχνική διαδικασία. Στον Claude Monet ο κήπος καθόριζε, ποιοτικά και ποσοτικά, τη ζωγραφική του παραγωγή και φυσικά την ίδια του τη ζωή. Αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις καλλιτεχνών όπου η έννοια αυτή λειτουργεί περισσότερο μεταφορικά. Ο Joan Miro, ας πούμε, δήλωσε κάποτε ότι «εργάζεται σαν ένας κηπουρός». [v] Από την άλλη, για τον Brian Eno οι κήποι είναι «η πιο εκλεπτυσμένη μορφή γλυπτικής». Πράγματι, ένα χαρακτηριστικό έργο στη λογική αυτή, ήταν ο ιδιωτικός κήπος που πρότειναν και έφτιαξαν οι Fischli & Weiss για την έκθεση Sculpture Projects Münster το 1997. Και στην Ελλάδα όμως, ο Γιώργος Λάππας έχει επινοήσει και αποδώσει γλυπτικά διάφορες μορφές «κηπουρών». Έλαβες υπόψη τέτοια ή αντίστοιχα παραδείγματα στη διάρκεια της επιμελητικής σου έρευνας; Τελικά πόσο σημαντικό ήταν, για την έκθεσή σου, να εξετάσεις/συνυπολογίσεις το πώς έχει φτιάξει ο καλλιτέχνης, μοντέρνος και σύγχρονος, μέχρι τώρα έναν κήπο;
ΕΠ: Για να απαντηθεί το ερώτημά σου ίσως να χρειάζεται να πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή. Ένας κήπος, συνοπτικά μιλώντας, είναι το αποτέλεσμα της σύμπνοιας των στοιχείων της φύσης. Καθορίζεται από τις εναλλαγές των εποχών, του φωτός μέσα στη μέρα, από τον κύκλο ζωής του κάθε φυτού, από τις γεωμορφολογικές συνθήκες. Το πώς ο άνθρωπος κατά περιόδους διαχειρίστηκε αυτά τα στοιχεία, μαρτυρεί τις γνώσεις που ανέπτυξε παρατηρώντας τη φύση, τα μέσα που είχε διαθέσιμα να την ελέγξει, τις θρησκευτικές του αντιλήψεις και αισθητικές αναζητήσεις. Έχουν υπάρξει κήποι χρηστικοί, που εξυπηρετούσαν πρακτικούς σκοπούς, κήποι «ιεροί» με θρησκευτικές προεκτάσεις (όπως ήταν οι hortus conclusus κατά τον Μεσαίωνα), μεγαλοπρεπείς, που δήλωναν το κύρος του ιδιοκτήτη (όπως ήταν οι τοπιακές διαμορφώσεις ανακτόρων και επαύλεων κατά τον 17ο και 18ο αιώνα), αλλά και κήποι αισθητικών αξιώσεων με στόχο την ομορφιά και την τέρψη των αισθήσεων. Στη μοντέρνα και σύγχρονη εποχή, η αντίληψη του κήπου ως ειδυλλιακού περιφραγμένου χώρου, όπου μπορεί να επικρατήσει το όνειρο, η ποίηση και ο ρεμβασμός εξακολουθούσε να κεντρίζει τη φαντασία καλλιτεχνών. Τα παραδείγματα, όπως έχεις υποδείξει κι εσύ, ποικίλουν και το ενδιαφέρον είναι ότι γλύπτες, όπως ο Isamu Noguchi, η Barbara Hepworth και ο Ian Hamilton Finlay ή ο σκηνοθέτης Derek Jarman, για να διευρύνουμε κι άλλο τον κύκλο των δημιουργών που ασχολήθηκαν στενά με τη συγκεκριμένη πρακτική, φτιάχνουν κήπους που αποτελούν προέκταση της δημιουργικής τους έκφρασης. Τι θα μπορούσαν όμως να προσφέρουν αυτά τα παραδείγματα στη διαμόρφωση μιας έκθεσης που απ’ τη μια πραγματεύονταν την έννοια του κήπου, από την άλλη όμως δεν αποσκοπούσε σε μια ιστορική αποτίμηση; Η σημαντικότερη συνεισφορά αυτών των παραδειγμάτων στην έρευνά μου σχετιζόταν με μια υπόδειξη. Με όποιο τρόπο κι αν έχει εκφραστεί ο άνθρωπος με «παλέτα» το χώμα, το νερό και το πράσινο, ένας κήπος διακρίνεται από την πρόθεση για αναπαράσταση. Από την επιθυμία να μας μιλήσει για νοήματα πέραν των ορίων του. O John Dixon Hunt ονομάζει αυτή την ιδιότητα «Τρίτη Φύση», [vi] ενώ θεωρητικοί όπως η Mara Miller και η Stephanie Ross αναγνωρίζουν στον κήπο έναν «εικονικό κόσμο» (virtual world), όπου οι αισθητικές, παραστατικές και εκφραστικές του ιδιότητες (οι σκέψεις και τα συναισθήματα που ενεργοποιεί) έχουν την ίδια βαρύτητα με τη φυσική του υπόσταση. [vii] Έχοντας ως βάση τη συγκεκριμένη θεωρητική προσέγγιση, η έκθεση προσκαλούσε εννέα καλλιτέχνες να διαπραγματευτούν αυτή την «Τρίτη Φύση» του κήπου σε στενή όμως σχέση με την ιστορικότητα και τους συμβολισμούς του Δημοτικού Κήπου Λευκωσίας. Η προσπάθεια, λοιπόν, ήταν να συνδεθεί ο κήπος ως έννοια με την εικαστική χειρονομία αυτή καθαυτή, και να την τοποθετήσει σ’ ένα συγκεκριμένο ιστορικό, κοινωνικό, πολιτικό και γεωγραφικό πλαίσιο. Στο κτίσμα του Μιχαηλίδη, ένα θερμοκήπιο με πρόθεση να στεγάσει το εξωτικό, στον Δημοτικό Κήπο Λευκωσίας, που υπήρξε κληροδότημα της αποικιοκρατίας, σε ένα περιθωριακό σημείο της πόλης, που γειτνιάζει με την Πράσινη Γραμμή, που κάθε Κυριακή κατακλύζεται από μετανάστες, ενώ τις νύχτες μετατρέπεται σε πιάτσα για ερωτικές συνευρέσεις, κυρίως ομοφυλοφίλων ή για παράνομα κοντραμπάντα. Αυτά είναι ορισμένα απ’ τα στοιχεία, τα οποία οι καλλιτέχνες διαχειρίστηκαν στα έργα τους. Αρκετά, μάλιστα, από αυτά υλοποιήθηκαν in situ. Ο Αλέξανδρος Πισσούριους, για παράδειγμα, για τη σειρά φωτογραφιών του This is Where It Happened, 2012, χρησιμοποίησε τον Δημοτικό Κήπο ως αφορμή για μια νυχτερινή περιήγηση, ενώ ο Φάνος Κυριάκου στο video του The Man With No Name, 2011, γυρισμένο στον κακτόκηπο στα πρότυπα ενός spaghetti western, για μια διερεύνηση του τι έχει θέση και τι όχι σ’ έναν κήπο. Επίσης, η Μαρία Λοϊζίδου, ανταποκρινόμενη στα ειδικά αρχιτεκτονικά στοιχεία του χώρου, πρότεινε μια εγκατάσταση, με τίτλο Architectones, 2008–12, η οποία ενεργοποιούσε τον αρχικό προορισμό του, ταξινομώντας νέα και παλαιότερά της έργα που παρέπεμπαν στις διαφορετικές εκδοχές ενός κελύφους προστασίας. Εκτός απ’ τα επιτόπια έργα, υπήρχαν επίσης κι αυτά που ενώ δημιουργήθηκαν ειδικά για την έκθεση, η αφετηρία τους δεν ήταν ο χώρος, αλλά οι διαφορετικοί συνειρμοί που προέκυπταν είτε από την έννοια κήπος είτε από τον Δημοτικό Κήπο αυτό καθαυτό. Για παράδειγμα, στη σειρά βιβλίων Andrei Catalin, 2011–12, ο Πόλυς Πεσλίκας επέλεξε να εξερευνήσει την αισθησιακή πλευρά ενός κήπου, αλλά και τη σεξουαλικότητα ως συνθήκη διαφοροποίησης από τη νόρμα. Ο Σωκράτης Σωκράτους, στο έργο Κλοπιμαία, 2011, απεκάλυπτε την τρωτή πλευρά ενός κήπου, προτείνοντας μια μικρογλυπτική από μπρούντζο, χαλκό και άργυρο με «κλοπιμαία» (φύλλα, κλαδιά και καρπούς) από τον Εθνικό Κήπο της Αθήνας. Κατανοώντας τον κήπο ως μεταφορά, η οποία θα μπορούσε να παραπέμψει σε μια εν δυνάμει εθνική οντότητα, ο Παναγιώτης Μιχαήλ με το έργο Anything But You, 2011–12, πρότεινε το έμβλημά της, μια πολύχρωμη σημαία στις διαστάσεις της κυπριακής, η οποία δεν ανέμιζε περήφανα στον ουρανό ως σύμβολο εθνικής ανάτασης, αλλά κατέρρεε υπό το δικό της βάρος. Ακόμα όμως και τα έργα που προϋπήρχαν της έκθεσης, όπως αυτά της Έφης Σαββίδη ή της Χάριτος Επαμεινώνδα σε συνεργασία με τον Daniel Gustav Cramer, υπογράμμιζαν διαφορετικές πτυχές, τον συσχετισμό του κήπου με άλλες έννοιες. Η Σαββίδη με τη σειρά σχεδίων της Κατοικίες, 2010–11, στα οποία απεικονίζονταν κήποι απ’ την περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου, αναφέρονταν στη σχέση κήπου και μνήμης, κήπου και σύνδεσης με τη γη, ενώ η Επαμεινώνδα και ο Gustav Cramer με το video The Infinite Library, 2009, ενθάρρυναν τον αναστοχασμό του κήπου ως μια συνθήκη χωρίς αρχή και τέλος, ως ένα σύστημα υπόλογο στη δική του λογική που φλερτάρει με το άπειρο.
ΧΜ: Απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη και διατήρηση ενός κήπου είναι η φροντίδα (cura). Μήπως λοιπόν σήμερα και ο επιμελητής (curator) «εργάζεται σαν ένας κηπουρός»;
ΕΠ: Ήταν πολλές οι στιγμές, στη διάρκεια προετοιμασίας αυτής της πρότασης, που είχα την εντύπωση πως παράλληλα με το ερώτημα που θέτει ο τίτλος είχα να διαχειριστώ κι ένα δεύτερο, αυτό του «πώς να φτιάξεις μια έκθεση». Υποθέτω η απάντηση δεν μπορεί να είναι μία και οποιαδήποτε γενίκευση θα ήταν επικίνδυνη. Στη συγκεκριμένη όμως περίπτωση, καθότι η έκθεση δεν επιδίωκε τη δραστική επέμβαση στο κτίσμα του Μιχαηλίδη αλλά τη συμβίωση μαζί του, η επιμέλεια, ακόμα και στην πιο πεζή της εκτέλεση, που αφορούσε στην επίλυση πρακτικών ζητημάτων, απαιτούσε την προσεκτική διαχείριση λεπτών κι ευαίσθητων ισορροπιών μεταξύ έργων και χώρου, μεταξύ των ίδιων των έργων, μεταξύ θεωρητικής/ιστορικής έρευνας και εικαστικής προσέγγισης. Υπό αυτή την έννοια, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως υπάρχουν αντιστοιχίες ανάμεσα στην επιμέλεια και τη διαδικασία δημιουργίας ενός κήπου. Ακριβώς όπως ένας κηπουρός οργανώνει και μελετά τα στοιχεία του (το χώμα, το νερό, τη δύση και ανατολή του ήλιου, τον αέρα και τους συσχετισμούς φυτών) έτσι κι ο επιμελητής, κάποτε, εφαρμόζοντας ανάλογες μεθόδους, επιδιώκει να φροντίσει τον δικό του «κήπο».
Η έκθεση Πώς να φτιάξεις έναν κήπο, σε επιμέλεια της Έλενας Πάρπα, παρουσιάστηκε στο Φυτώριο Εικαστικής Καλλιέργειας του Συλλόγου Επαγγελματιών Εικαστικών Καλλιτεχνών, στο Δημοτικό Πάρκο Λευκωσίας, από τις 4 Φεβρουαρίου μέχρι τις 2 Μαρτίου 2012.
[i] Αναφέρομαι στη δίτομη βιογραφία (Ρήνα Κατσελλή, Νεοπτόλεμος Αντ. Μιχαηλίδης. Ο αρχιτέκτονας [1ος τόμος] και Νεοπτόλεμος Αντ. Μιχαηλίδης — Επίμετρο [2ος τόμος]) που κυκλοφόρησε το 2011 από τον Λαογραφικό Όμιλο Κερύνειας.
[ii] Ο Σύνδεσμος ανακαίνισε και μετέτρεψε πρόσφατα το θερμοκήπιο του Μιχαηλίδη σε οίκημά του.
[iii] Πρόκειται για τον γνωστό Έλληνα γεωπόνο και φυτολόγο, ο οποίος στις αρχές του 20ού αιώνα εκτελούσε χρέη διευθυντή του Τμήματος Γεωργίας στην Κύπρο.
[iv] Μιχαηλίδης, Νεοπτόλεμος. Δημόσιος Κήπος Λευκωσίας: Έκθεσις. Αρχείο Δήμου Λευκωσίας. Φακ. 151/62/1.
[v] Joan Miro, «Εργάζομαι σαν ένας κηπουρός», μτφρ. Γιώργος Β. Μακρής, στο Ε. Χ. Γονατάς (επιμ.), Γραπτά Γιώργου Β. Μακρή, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1986, σ. 406.
[vi] Ο Dixon Hunt καταλήγει σ’ αυτό τον ορισμό ακολουθώντας το παράδειγμα του Κικέρωνα και της ουμανιστικής σκέψης στο βιβλίο του, Greater Perfections: The Practice of Garden Theory. Pensylvania: UP, 2000.
[vii] Για τις φιλοσοφικές θεωρήσεις των Miller και Ross στα: Miller, Mara. The Garden as an Art. Albany: UP State New York, 1993. Ross, Stephanie. What Gardens Mean. Chicago: UP, 1998.